παιδάριον

παιδάριον
παιδᾰρ-ιον, τό, Dim. of παῖς,
A little boy, Ar.Av.494, Pl.536, etc.; ἐκ παιδαρίου from a child, Pl.Smp.207d;

ἐκ μικροῦ π. D.53.19

; π. εἶ you're a mere boy, Ar.Nu.821; also, little girl, Id.Th.1203, Hyp.Fr.164, Men.428 (in this sense only [dialect] Att. acc. to Moer.p.321 P.): in pl., young children, Ar.V.568;

π. καὶ γύναια And.1.130

, cf. D.19.305.
II young slave, Ar.Pl.823, 843, X. Ages. 1.21, PPetr.2p.128 (iii B. C.), etc.

Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό). 2014.

Игры ⚽ Нужен реферат?

Look at other dictionaries:

  • παιδάριον — little boy neut nom/voc/acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • παιδαρίοις — παιδάριον little boy neut dat pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • παιδαρίοισιν — παιδάριον little boy neut dat pl (epic ionic aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • παιδαρίου — παιδάριον little boy neut gen sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • παιδαρίων — παιδάριον little boy neut gen pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • παιδαρίῳ — παιδάριον little boy neut dat sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • παιδάρια — παιδάριον little boy neut nom/voc/acc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • παιδάριο — το (ΑΜ παιδάριον, Α κατά δ. γρφ. παιδάρειον) μικρό παιδί, παιδάκι νεοελλ. ανόητος άνθρωπος αρχ. 1. μικρό κορίτσι 2. νεαρός δούλος («ἕπου μετ ἐμοῡ, παιδάριον, ἵνα πρὸς τὸν θεὸν ἴωμεν», Αριστοφ.). [ΕΤΥΜΟΛ. < παῖς, παιδός + υποκορ. κατάλ.… …   Dictionary of Greek

  • παιδαρίδιον — παιδαρίδιον, τὸ (Α) [παιδάριον] υποκορ. τού παιδάριον …   Dictionary of Greek

  • παιδαρίων — παιδαρίων, ωνος, ὁ (Α) μέγεθ. τού παιδάριον. [ΕΤΥΜΟΛ. < παιδάριον + επίθημα ων (πρβλ. χλωρί ων)] …   Dictionary of Greek

  • παιδαρύλλιον — παιδαρύλλιον, τὸ (Α) (υποκορ. τού παιδάριον) παιδαρέλι. [ΕΤΥΜΟΛ. < παιδάριον + υποκορ. κατάλ. ύλλιον (πρβλ. ειδ ύλλιον)] …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”